Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀπορούω
ἀπορραίω
ἀπορρήγνυμι
ἀπορριγέω
ἀπορρίπτω
ἀπορρώξ
ἀποσεύω
ἀποσκεδάννυμι
ἀποσκίδναμαι
ἀποσκυδμαίνω
ἀποσπένδω
ἀποσταδά
ἀποσταδόν
ἀποστείχω
ἀποστήσωνται
ἀποστίλβω
ἀπόστιχε
ἀποστρέφω
ἀποστυφελίζω
ἀποσφάλλω
ἀπόσχῃ
View word page
ἀποσπένδω
[ἀπο- 7.]
To make libation: εὔχετ' ἀποσπένδων Od. 3.394. Cf. Od. 14.331, Od. 19.288.
ShortDef
to pour out wine
Debugging
Headword:
ἀποσπένδω
Headword (normalized):
ἀποσπένδω
Headword (normalized/stripped):
αποσπενδω
IDX:
1232
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1233
Key:
Data
{'content': "<p>[ἀπο- 7.]</p> <p>To make libation: εὔχετ' ἀποσπένδων Od. 3.394. Cf. Od. 14.331, Od. 19.288.</p>"}