Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀποκρύπτω
ἀποκτείνω
ἀπολάμπω
ἀπολείβω
ἀπολείπω
ἀπολέπω
ἀπολέσκετο
ἀπόλεσσαν
ἀπολήγω
ἀπολιχμάομαι
ἀπολλήξεις
ἀπόλλυμι
ἀπόλοντο
ἀπολούω
ἀπολυμαίνομαι
ἀπολυμαντήρ
ἀπολύω
ἀπόλωλε
ἀπομηνίω
ἀπομιμνήσκω
ἀπόμνυμι
View word page
ἀπολλήξεις
2 sing. fut. ἀπολήγω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀπολλήξεις
Headword (normalized):
ἀπολλήξεις
Headword (normalized/stripped):
απολληξεις
IDX:
1174
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1175
Key:
Data
{'content': '<p>2 sing. fut. ἀπολήγω.</p>'}