Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀπογυμνόω
ἀποδατέομαι
ἀποδειροτομέω
ἀποδέχομαι
ἀποδιδράσκω
ἀποδίδωμι
ἀποδίεμαι
ἀποδῖτε
ἀποδοῦναι
ἀποδοχμόω
ἀποδράς
ἀποδρύπτω
ἀποδύνω
ἀποδῷσι
ἀποδώσω
ἀποείκω
ἀπεῖπον
ἀποέργω
ἀπόερσα
ἀποθαυμάζω
ἀποθείομαι
View word page
ἀποδράς

aor. pple. ἀποδιδράσκω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀποδράς
Headword (normalized):
ἀποδράς
Headword (normalized/stripped):
αποδρας
IDX:
1135
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1136
Key:

Data

{'content': '<p>aor. pple. ἀποδιδράσκω.</p>'}