Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀπέβη
ἀπεβήσετο
ἀπεδέξατο
ἀπέδρυφθεν
ἀπέδυσε
ἀπέδωκε
ἀπέειπον
ἀπέεργε
ἀπέην
ἀπέῃσι
ἀπέθηκε
ἀπειλέω
ἀπειλή
ἀπειλητήρ
ἄπειμι
ἄπειμι
ἀπειρέσιος
ἀπείρητος
ἀπείριτος
ἀπείρων
ἀπεκείρατο
View word page
ἀπέθηκε

3 sing. aor. ἀποτίθημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπέθηκε
Headword (normalized):
ἀπέθηκε
Headword (normalized/stripped):
απεθηκε
IDX:
1041
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1042
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ἀποτίθημι.</p>'}