Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀγορήνδε
ἀγορητής
ἀγορητύς
ἀγός
ἀγοστός
ἄγραυλος
ἀγρέω
ἄγρα
ἄγριος
ἀγριόφωνος
ἀγρόθεν
ἀγροιώτης
ἀγρόμενοι
ἀγρόνδε
ἀγρονόμος
ἀγρός
ἀγρότερος
ἀγρότης
ἀγρώσσω
ἄγρωστις
ἄγυια
View word page
ἀγρόθεν

[ἀγρός + -θεν 1.]

From the field or country: κατιόντ' ἀ. Od. 13.268, ἀ. ἐρχομένην Od. 15.428.

ShortDef

from the country

Debugging

Headword:
ἀγρόθεν
Headword (normalized):
ἀγρόθεν
Headword (normalized/stripped):
αγροθεν
IDX:
103
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.104
Key:

Data

{'content': "<p>[ἀγρός + -θεν 1.]</p> <p>From the field or country: κατιόντ' ἀ. Od. 13.268, ἀ. ἐρχομένην Od. 15.428.</p>"}