Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἁπάντῃ
ἀπανύω
ἅπαξ
ἀπάξειν
ἀπαράσσω
ἀπαρέσκω
ἀπάρχω
ἅπας
ἄπαστος
ἀπατάω
ἀπάτερθε
ἀπάτη
ἀπατήλιος
ἀπατηλός
ἀπατιμάω
ἀπαυράω
ἀπαφίσκω
ἀπέβη
ἀπεβήσετο
ἀπεδέξατο
ἀπέδρυφθεν
View word page
ἀπάτερθε
[ἀπ-, ἀπο- 7 + ἄτερθε, ἄτερ. Cf. ἄνευθε, ἄνευ.]
ShortDef
apart, aloof
Debugging
Headword:
ἀπάτερθε
Headword (normalized):
ἀπάτερθε
Headword (normalized/stripped):
απατερθε
IDX:
1024
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1025
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀπ-, ἀπο- 7 + ἄτερθε, ἄτερ. Cf. ἄνευθε, ἄνευ.]</p>'}