7 Cod. Const. fol. 31r Κρατεύας ῥιζοτομικός. ἄσαρον· δύναμιν ἔχει θερμαντικὴν καὶ διουρητικήν, ἁρμόζουσαν ὑδρωπικοῖς, ἰσχιαδικοῖς χρονίοις. ἄγουσιν αἱ ῥίζαι καὶ ἔμμηνα, μετὰ μελικράτου δὲ ποθεῖσαι πλῆθος ἓξ ὡς ἐλλέβορος λευκὸς καθαίρουσι· μείγνυται δὲ καὶ μύροις ναὶ ἀντιδότοις. Diosc. I 10 (15, 6). 8 Cod. Const. fol. 40r Κρότεύας ῥιζοτομικός. ἀναγαλλίδες ἀμφότεραι τραυματικαί, ἀφλέγμαντοι, σκολόπων τε ἐπισπαστικαὶ καὶ νομῶν ἐφεκτικαί. ὁ δὲ χυλὸς αὐτῶν 3 καταπλασθισα C 7 κατασπατικην C 8 βῆκας C ⋖ addidi 9 εὐεμεστέρους — καὶ addidi e D. 10 δίδοται ὠφελίμως] ΑΙΜωϹ (sic) C 12 καὶ addidi 13 μασθων C δοθιονας C 14 τρυγος C 15 χυλὸς] καυλὸς corr. in χυλὸς m. rec. C 16 σμύρνης] πέρνης corr. m. rec. in σμύρνης C συνεψηθέντα C, correxi 17 ταὐτὸ] το C (ch. laesa) 18 ποιωρο . . . τα C 22 καὶ] κ C ἐπιτιθημένη C 23 σχε (ch. laesa) C 26 ἁρμόζουσα C 27 εἰσχιαδικοῖς χρονία (οις superscr. m. rec.) C αἱ ῥίζαι addidi 29 καθερι C μείγνυται] μηγεψεται C 38 καὶ addidi ῥινέγχυτος ὀδόντων πόνον παύσει, ἐὰν εἰς τὸν ἀντικείμενον μυξωτῆρα τοῦ ἀλγοῦντος ἐγχέῃς· καθαίρει καὶ ἄργεμα μετὰ μέλιτος Ἀττικοῦ καὶ ἀμβλυωπίαις βοηθεῖ, φασὶν δὲ ἔνιοι τὴν μὲν ἔχουσαν τὸ κυάνεον ἄνθος πρόπτωσιν δακτυλίου στέλλειν, τὴν δὲ φοινικοῦν ἐξερεθίζειν καταπλασθεῖσαν. χρῶνται δὲ αὐτῇ καὶ εἰς τὰς Δημοκρίτου δυνάμεις. Diosc. II 178 (247, 6).