ὑπερόπτης

a contemner, disdainer of

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ὑπερόπτης)
LSJ (ὑπερόπτης)
Short Defs (ὑπερόπτης)
Lexicon Thucydideum (ὑπερόπτης)

Morphological Data

ὑπερόπτης NOUN