ὑπερευδοκιμέω
enjoy exceedingly great renown
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(ὑπερευδοκιμέω)
LSJ
(ὑπερευδοκιμέω)
Short Defs
(ὑπερευδοκιμέω)
Morphological Data
ὑπερευδοκιμέω
VERB