ὀλιγοσιτία
small eating, moderation in food
Dictionaries
LSJ
(ὀλιγοσιτία)
Short Defs
(ὀλιγοσιτία)
Middle Liddell
(ὀλιγοσιτία)
Morphological Data
ὀλιγοσιτία
NOUN