ἑκατοστοεικοστόγδοον
a 128th part
Dictionaries
LSJ
(ἑκατοστοεικοστόγδοον)
Short Defs
(ἑκατοστοεικοστόγδοον)
Morphological Data
ἑκατοστοεικοστόγδοον
NOUN