ἐπιρρηματικός

adverbial

Dictionaries

LSJ (ἐπιρρηματικός)
Short Defs (ἐπιρρηματικός)

Morphological Data

ἐπιρρηματικός ADV
ἐπιρρηματικός ADJ
ἐπιρρηματικός NOUN
ἐπιρρηματικός VERB