ἐπήρατος
lovely, charming
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(ἐπήρατος)
LSJ
(ἐπήρατος)
Slater Pindar
(ἐπήρατος)
Short Defs
(ἐπήρατος)
Cunliffe (Lex Entries)
(ἐπήρατος)
Middle Liddell
(ἐπήρατος)
Morphological Data
ἐπήρατος
ADJ
ἐπήρατος
NOUN
ἐπήρατος
VERB