ἐκκλησιασμός

the holding an ἐκκλησία

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ἐκκλησιασμός)
LSJ (ἐκκλησιασμός)
Short Defs (ἐκκλησιασμός)

Morphological Data

ἐκκλησιασμός NOUN