ἐγκατάσκευος
elaborate, ornate
Dictionaries
LSJ
(ἐγκατάσκευος)
Short Defs
(ἐγκατάσκευος)
Morphological Data
ἐγκατάσκευος
ADJ
ἐγκατάσκευος
NOUN
ἐγκατάσκευος
VERB
ἐγκατάσκευος
ADV