ἀποστηρίζομαι
to fix firmly
Dictionaries
LSJ
(ἀποστηρίζομαι)
Short Defs
(ἀποστηρίζομαι)
Middle Liddell
(ἀποστηρίζομαι)
Morphological Data
ἀποστηρίζομαι
VERB