ἀπειρόκαλος
ignorant of the beautiful, without taste, tasteless, vulgar
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(ἀπειρόκαλος)
LSJ
(ἀπειρόκαλος)
Short Defs
(ἀπειρόκαλος)
Middle Liddell
(ἀπειρόκαλος)
Morphological Data
ἀπειρόκαλος
ADV
ἀπειρόκαλος
ADJ
ἀπειρόκαλος
VERB
ἀπειρόκαλος
NOUN