ἀντιμεθίστημι

to move from one side to the other, to revolutionise

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ἀντιμεθίστημι)
LSJ (ἀντιμεθίστημι)
Short Defs (ἀντιμεθίστημι)

Morphological Data

ἀντιμεθίστημι VERB