ἀντικαθίζομαι
to sit over against one another, of armies or fleets
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(ἀντικαθίζομαι)
LSJ
(ἀντικαθίζομαι)
Short Defs
(ἀντικαθίζομαι)
Lexicon Thucydideum
(ἀντικαθίζομαι)
Middle Liddell
(ἀντικαθίζομαι)
Morphological Data
ἀντικαθίζομαι
VERB