ἀνδρικός
of or for a man, masculine, manly
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(ἀνδρικός)
LSJ
(ἀνδρικός)
Short Defs
(ἀνδρικός)
Morphological Data
ἀνδρικός
ADJ
ἀνδρικός
ADV