ἀνακυμβαλιάζω

to fall rattling over

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ἀνακυμβαλιάζω)
LSJ (ἀνακυμβαλιάζω)
Short Defs (ἀνακυμβαλιάζω)
Cunliffe (Lex Entries) (ἀνακυμβαλιάζω)
Middle Liddell (ἀνακυμβαλιάζω)

Morphological Data

ἀνακυμβαλιάζω VERB