ἀειγενέτης
everlasting, immortal
Dictionaries
LSJ
(ἀειγενέτης)
Short Defs
(ἀειγενέτης)
Middle Liddell
(ἀειγενέτης)
Morphological Data
ἀειγενέτης
ADJ
ἀειγενέτης
NOUN