χιονόχρως
with snow-white skin: snow-white
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(χιονόχρως)
LSJ
(χιονόχρως)
Short Defs
(χιονόχρως)
Middle Liddell
(χιονόχρως)
Morphological Data
χιονόχρως
NOUN
χιονόχρως
ADJ