τεθριπποτροφέω
to keep a team of four horses
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(τεθριπποτροφέω)
LSJ
(τεθριπποτροφέω)
Short Defs
(τεθριπποτροφέω)
Morphological Data
τεθριπποτροφέω
VERB