συνεξημερόομαι
to be civilised together
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(συνεξημερόομαι)
LSJ
(συνεξημερόομαι)
Short Defs
(συνεξημερόομαι)
Middle Liddell
(συνεξημερόομαι)
Morphological Data
συνεξημερόομαι
VERB