συγκαταγηράσκω

to grow old together with

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (συγκαταγηράσκω)
LSJ (συγκαταγηράσκω)
Short Defs (συγκαταγηράσκω)
Middle Liddell (συγκαταγηράσκω)

Morphological Data

συγκαταγηράσκω VERB