πυρίτης
of/in fire, pyrite
wheaten
Dictionaries
LSJ
(πυρίτης)
LSJ
(πυρίτης)
Short Defs
(πυρίτης)
Short Defs
(πυρίτης2)
Middle Liddell
(πυρίτης)
Morphological Data
πυρίτης
NOUN