πρόβολος
outcrop, bulwark
eligible for nomination
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(πρόβολος)
LSJ
(πρόβολος)
LSJ
(πρόβολος)
Short Defs
(πρόβολος)
Short Defs
(πρόβολος2)
Cunliffe (Lex Entries)
(πρόβολος)
Morphological Data
πρόβολος
NOUN