προστυγχάνω

to obtain one's share of

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (προστυγχάνω)
LSJ (προστυγχάνω)
Short Defs (προστυγχάνω)
Lexicon Thucydideum (προστυγχάνω)

Morphological Data

προστυγχάνω VERB