προσκτάομαι
to gain, get
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(προσκτάομαι)
LSJ
(προσκτάομαι)
Short Defs
(προσκτάομαι)
Lexicon Thucydideum
(προσκτάομαι)
Middle Liddell
(προσκτάομαι)
Morphological Data
προσκτάομαι
VERB