προσεξανδραποδίζομαι
to enslave besides
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(προσεξανδραποδίζομαι)
LSJ
(προσεξανδραποδίζομαι)
Short Defs
(προσεξανδραποδίζομαι)
Morphological Data
προσεξανδραποδίζομαι
VERB