πολυθρήνητος
lamentable
Dictionaries
LSJ
(πολυθρήνητος)
Short Defs
(πολυθρήνητος)
Middle Liddell
(πολυθρήνητος)
Morphological Data
πολυθρήνητος
ADJ
πολυθρήνητος
VERB
πολυθρήνητος
NOUN