περιλαμβάνω
to seize around, embrace
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(περιλαμβάνω)
LSJ
(περιλαμβάνω)
Short Defs
(περιλαμβάνω)
Lexicon Thucydideum
(περιλαμβάνω)
Middle Liddell
(περιλαμβάνω)
Morphological Data
περιλαμβάνω
VERB