πατροκασίγνητος
a father's brother
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(πατροκασίγνητος)
LSJ
(πατροκασίγνητος)
Short Defs
(πατροκασίγνητος)
Cunliffe (Lex Entries)
(πατροκασίγνητος)
Morphological Data
πατροκασίγνητος
NOUN