παρομαρτέω
to accompany
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(παρομαρτέω)
LSJ
(παρομαρτέω)
Short Defs
(παρομαρτέω)
Middle Liddell
(παρομαρτέω)
Morphological Data
παρομαρτέω
VERB
παρομαρτέω
ADJ
παρομαρτέω
ADV
παρομαρτέω
NOUN