παρασπονδέω
to act contrary to an alliance
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(παρασπονδέω)
LSJ
(παρασπονδέω)
Short Defs
(παρασπονδέω)
Middle Liddell
(παρασπονδέω)
Morphological Data
παρασπονδέω
VERB