παράλιος
(pr.n.) Paralius, (adj.) of Paralos
by the sea
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(παράλιος)
LSJ
(παράλιος)
Short Defs
(Παράλιος)
Short Defs
(παράλιος)
Morphological Data
παράλιος
ADJ
παράλιος
NOUN