μετανάστης

one who has changed his home, a wanderer, immigrant

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μετανάστης)
LSJ (μετανάστης)
Short Defs (μετανάστης)
Cunliffe (Lex Entries) (μετανάστης)
Middle Liddell (μετανάστης)

Morphological Data

μετανάστης NOUN