εὔρωστος
stout, strong
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(εὔρωστος)
LSJ
(εὔρωστος)
Short Defs
(εὔρωστος)
Middle Liddell
(εὔρωστος)
Morphological Data
εὔρωστος
ADJ
εὔρωστος
ADV