εὐκάρδιος

good of heart, stout-hearted

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (εὐκάρδιος)
LSJ (εὐκάρδιος)
Short Defs (εὐκάρδιος)

Morphological Data

εὐκάρδιος ADJ
εὐκάρδιος ADV