δωδεκάδαρχος

a leader of twelve

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (δωδεκάδαρχος)
LSJ (δωδεκάδαρχος)
Short Defs (δωδεκάδαρχος)
Middle Liddell (δωδεκάδαρχος)

Morphological Data

δωδεκάδαρχος NOUN