δυσάρεστος
hard to appease, implacable
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(δυσάρεστος)
LSJ
(δυσάρεστος)
Short Defs
(δυσάρεστος)
Middle Liddell
(δυσάρεστος)
Morphological Data
δυσάρεστος
ADJ
δυσάρεστος
ADV