δορός
a leathern bag
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(δορός)
Cambridge Greek Lexicon
(δορός)
LSJ
(δορός)
Short Defs
(δορός)
Cunliffe (Lex Entries)
(δορός)
Middle Liddell
(δορός)
Morphological Data
δορός
NOUN