διόλλυμι
to destroy utterly, bring to naught
Dictionaries
LSJ
(διόλλυμι)
Short Defs
(διόλλυμι)
Cunliffe (Lex Entries)
(διόλλυμι)
Lexicon Thucydideum
(διόλλυμι)
Morphological Data
διόλλυμι
VERB