διαγίγνομαι

to go through, pass

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διαγίγνομαι)
LSJ (διαγίγνομαι)
Short Defs (διαγίγνομαι)
Lexicon Thucydideum (διαγίγνομαι)

Morphological Data

διαγίγνομαι VERB