δεκατηλόγος
a tithe-collector
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(δεκατηλόγος)
LSJ
(δεκατηλόγος)
Short Defs
(δεκατηλόγος)
Middle Liddell
(δεκατηλόγος)
Morphological Data
δεκατηλόγος
NOUN