δεκάδαρχος

a commander of ten

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (δεκάδαρχος)
LSJ (δεκάδαρχος)
Short Defs (δεκάδαρχος)
Middle Liddell (δεκάδαρχος)

Morphological Data

δεκάδαρχος NOUN