γουνάζομαι
to clasp by the knees: implore
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(γουνάζομαι)
LSJ
(γουνάζομαι)
Short Defs
(γουνάζομαι)
Cunliffe (Lex Entries)
(γουνάζομαι)
Morphological Data
γουνάζομαι
VERB