βιωτικός
of or pertaining to life; lively; popular
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
(βιωτικός)
LSJ
(βιωτικός)
Short Defs
(βιωτικός)
Middle Liddell
(βιωτικός)
Morphological Data
βιωτικός
ADJ
βιωτικός
ADV